Όπως γνωρίζετε, ο αντιγριπικός εμβολιασμός των εργαζομένων σε Χώρους Παροχής Υπηρεσιών Υγείας συστήνεται στη χώρα μας για περισσότερες από τρείς δεκαετίες. Η σύσταση αυτή στοχεύει στην άμεση προστασία των ίδιων των εργαζομένων αλλά κυρίως στην έμμεση προστασία των ευάλωτων ασθενών που ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή νόσηση ή/και θάνατο στα πλαίσια λοίμωξης με γρίπη.
Ο αντιγριπικός εμβολιασμός συστήνεται σ’ όλους τους εργαζόμενους που μπορεί να έρθουν σε επαφή με ασθενείς, συμπεριλαμβανομένων του μόνιμου και μη προσωπικού, των εκπαιδευτών και των φοιτητών.
Τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης κατά της γρίπης των εργαζομένων σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, παραμένουν χαμηλά και υπολείπονται αρκετά από το στόχο του 75% που θέτει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Λοιμώξεων. Συγκεκριμένα, η εμβολιαστική κάλυψη των εργαζομένων στα νοσοκομεία αυξήθηκε από 10,9% σε 18% και στις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας από 24,3% σε 34,5% την περσινή (2016 – 2017) περίοδο γρίπης.
Το Υγειονομικό προσωπικό (ιατρονοσηλευτικό, διοικητικό, τεχνικό, βοηθητικό κλπ) θα πρέπει να εμβολιάζεται καθολικά, εκτός εάν συντρέχουν λόγοι τεκμηριωμένων αντενδείξεων, για την αποφυγή ενδονοσοκομειακής διασποράς του ιού. Ο εμβολιασμός συνιστά ηθική υποχρέωση του προσωπικού απέναντι στο θεμελιώδες δικαίωμα ασφάλειας των ασθενών. Η καταγραφή του ποσοστού εμβολιασθέντων ανά Νοσοκομειακή ή άλλη Μονάδα αποτελεί δείκτη της επιτήρησης συμμόρφωσης των Επαγγελματιών υγείας στα μέτρα ελέγχου της διασποράς ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων και παράμετρο αξιολόγησης της αποδοτικότητας των Διοικήσεων. Το ποσοστό των εμβολιασθέντων θα αξιολογείται σε τακτά χρονικά διαστήματα από το ΚΕΕΛΠΝΟ και τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Υγείας. Σύμφωνα με την πρόσφατη Σύσταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, για την επίτευξη ικανοποιητικής συλλογικής ανοσίας, απαιτείται εμβολιασμός του 75% τουλάχιστον των ατόμων μιας ομάδας υψηλού κινδύνου.
Οι χώροι παροχής υπηρεσιών υγείας και οι εργαζόμενοι σε αυτούς έχουν την ηθική υποχρέωση να προστατεύουν τους ευάλωτους ασθενείς και να εξασφαλίζουν την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Η υποχρέωση αυτή αποτελεί τη βάση της κλινικής πράξης από την εποχή του Ιπποκράτη.